Τσίγκας Μουζάκι Καρδίτσας

Εισήγηση της Παναγιώτας Βράντζα στη συνάντηση διακομματικής αντιπροσωπείας της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου του Ελληνικού Κοινοβουλίου

Εισήγηση της Βουλευτού Ν. Καρδίτσας, Παναγιώτας Βράντζα, στο πλαίσιο συνάντησης αντιπροσωπείας της Επιτροπής Διατροφής και Γεωργίας του Γερμανικού Κοινοβουλίου με Διακομματική Αντιπροσωπεία της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου του Ελληνικού Κοινοβουλίου, την Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2016 στην Ελληνική Βουλή.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του Γερμανικού κοινοβουλίου σας καλωσορίζω στην Ελλάδα, σας καλωσορίζω στη Βουλή των Ελλήνων.

Οι σχέσεις των δύο χωρών μας, απαρτίζονται από πολλά κεφάλαια τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες. Κάποια από αυτά ήταν δυστυχώς πολύ δυσάρεστα, αλλά τα περισσότερα ήταν δημιουργικά και με αμοιβαίο όφελος για τους δύο λαούς.

Όσον αφορά τον εμπορικό κλάδο και ειδικότερα τον αγροδιατροφικό τομέα, καταφέραμε, σε αμοιβαία βάση, να αποτελεί ο ένας για τον άλλο, έναν καλό πελάτη και έναν καλό προμηθευτή ταυτόχρονα, τηρουμένων των αναλογιών.

Οι μεγάλες διαφορές μεταξύ των δύο χωρών τόσο ως οικονομικά μεγέθη, όσο και ως διαφορετικές εδαφοκλιματικές συνθήκες, θεωρώ ότι δημιουργούν ένα τεράστιο περιθώριο περαιτέρω συνεργασίας στον τομέα της πρωτογενούς παραγωγής και των διατροφικών προϊόντων.

Η Γερμανία είναι μια μεγάλη και ισχυρή οικονομικά και τεχνολογικά χώρα, η οποία έχει τη δυνατότητα να παράγει σε επίπεδο οικονομίας κλίμακας, με εντατικούς ρυθμούς και χαμηλό κόστος. Χρειαζόμαστε λοιπόν τα Γερμανικά προϊόντα, όπως και ο περισσότερος κόσμος, και τα εισάγουμε σε μεγάλες ποσότητες.

Στον αντίποδα, η Ελλάδα, παρά την δυσμενή οικονομική θέση που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια, παραμένει μια μικρή χώρα με δυνατότητα παραγωγής μοναδικών και απολύτως ποιοτικών προϊόντων. Σημαντικοί παράγοντες, εν προκειμένω, είναι, ασφαλώς, τόσο η γεωγραφική μας θέση και το κλίμα, όσο και οι πρακτικές που εφαρμόζουμε. Η ελληνική αγροτική παραγωγή στηρίζεται περισσότερο στη φυσική επιλογή και πολύ λιγότερο στα βιομηχανικά και επιστημονικά πρότυπα. Για τον λόγο αυτό, και ο Γερμανός καταναλωτής χρειάζεται τα Ελληνικά προϊόντα.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να επισημάνω, με αφορμή πρόσφατα γεγονότα και εξελίξεις, το πρόβλημα που έχει προκύψει ως προς τα Προϊόντα Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και τα Προϊόντα Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ).

Το θέμα αγγίζει σημαντικά Ευρωπαϊκά και προφανώς και Ελληνικά προϊόντα.

Νομίζω ότι είναι αυτονόητο και απολύτως λογικό ότι οι ελιές «Καλαμών» παράγονται στην Καλαμάτα και όχι στο Γιοχάνεσμπουργκ, το Ελληνικό γιαούρτι στην Ελλάδα και όχι στην Τσεχία και η παρμεζάνα στην Πάρμα της Ιταλίας και όχι στο Οχάιο! Τέλος το όνομα «Φέτα» αποτελεί ελληνική παράδοση αιώνων και όχι trademark!!

Παρ’όλα αυτά, νομίζω ότι ο όποιος κίνδυνος για ορισμένα προϊόντα που φέρουν αναγνωρισμένο επώνυμο και πηγάζουν από μια παράδοση αιώνων (όπως η ελληνική φέτα, η οποία ανάγεται στην εποχή του Ομήρου) δεν είναι, ίσως, το σημαντικότερο πρόβλημα. Το σημαντικό είναι, ότι αυτές οι πρακτικές αποτελούν την αρχή του τέλους μιας εποχής και ενός Ευρωπαϊκού κεκτημένου αιώνων και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο για τον ευρωπαίο πολίτη.

Θεωρώ ότι δυστυχώς, ζούμε στην εποχή όπου ο καπιταλισμός έχει χάσει κάθε μέτρο και ξεπερνάει ακόμη και τα έσχατα όρια ηθικής και ανθρωπισμού. Στο βωμό του υπερκέρδους κάποιων λίγων αλλά πανίσχυρων πολυεθνικών εταιριών θυσιάζεται η δυνατότητα επιβίωσης παραγωγικών τάξεων, ολόκληρων χωρών αλλά ακόμη και η υγεία των λαών.

Στο πλαίσιο αυτό, η επικύρωση των γνωστών συμφωνιών CETA και TTIP από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι προ των πυλών και κάθε ένας από εμάς πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του.

Νομίζω ότι είναι χρέος των ευρωπαίων πολιτικών, ανεξάρτητα από την ιδεολογική τους προσέγγιση και προέλευση, να υιοθετήσουν ξανά το ανθρωποκεντρικό πρότυπο και να βάλουν πρώτα και πάνω απ’ όλα τα συμφέροντα των πολιτών και όχι εκείνα των πολυεθνικών.

Σε κάθε περίπτωση, το μέτωπο απέναντι σε ισοπεδωτικές αντιλήψεις, πολιτικές και φυσικά διακρατικές συμφωνίες θα πρέπει να είναι οριζόντιο και αρραγές. Ειδικά άνθρωποι σαν και εμάς που γνωρίζουμε και έχουμε σχέση με τον πρωτογενή τομέα και την αγροτική οικονομία, θα πρέπει να πρωτοστατήσουμε.

Μια άλλη σημαντική παράμετρος για τον πρωτογενή τομέα και την παραγωγή αγροτικών προϊόντων είναι και η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) η οποία εφαρμόζεται από τα κράτη μέλη της ΕΕ.

Είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι η εφαρμογή αυτών των κοινών κανόνων δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, τουλάχιστον για τους παραγωγούς αλλά και πολλά από τα κράτη μέλη.

Η Ελλάδα είναι σίγουρα από εκείνα τα κράτη όπου η ΚΑΠ οδήγησε σε κατακόρυφη μείωση της παραγωγής, καθιστώντας την ελλειμματική στο μεγαλύτερο μέρος των βασικών διατροφικών προϊόντων.

Ακόμη όμως και άλλες χώρες, διαφορετικού μεγέθους και με εντελώς διαφορετικά δεδομένα είδαν την παραγωγή τους να συρρικνώνεται υπό το ισχύον καθεστώς της ΚΑΠ, από κοινού με το εισόδημα του αγροτικού πληθυσμού τους.

Κατά τη γνώμη μου η κοινή αγροτική πολιτική είναι περισσότερο κοινή και λιγότερο αγροτική από όσο θα έπρεπε.

Φτάσαμε για παράδειγμα, να υιοθετούμε τον ίδιο ορισμό για το τί είναι βοσκότοπος τόσο στην Ολλανδία, μια απολύτως επίπεδη χώρα, χωρίς καθόλου εκτατική αιγοτροφία, όσο και στην Ελλάδα με ορεινούς και ημιορεινούς βοσκότοπους μόνο και τη μεγαλύτερη εκτατική αιγοτροφία στην ευρωπαϊκή ένωση.

Δεν γίνεται να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες για τελείως διαφορετικές συνθήκες.

Φτάσαμε επίσης στο επίπεδο να επιδοτείται η μη παραγωγή όπως και το ξερίζωμα δένδρων και αμπελώνων.

Η όποια οικονομική ενίσχυση στον αγροτικό τομέα θα πρέπει να συνδέεται με την παραγωγή, εάν θέλουμε να υπηρετεί την παραγωγή.

Η Ευρώπη συνολικά βρίσκεται μπροστά σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι αντιμετωπίζοντας πολλά και διαφορετικά προβλήματα και προκλήσεις.

Η οικονομική κατάσταση, η οποία πλέον δεν καθορίζεται από τον πραγματικό παραγόμενο πλούτο αλλά από την τραπεζική και χρηματοοικονομική ελίτ.

Το μεταναστευτικό, το οποίο αν δεν αντιμετωπιστεί ουσιαστικά θα ανατρέψει θεμελιώδεις παραδοχές, αξίες αλλά και κοινωνικοοικονομικές δομές και πρακτικές.

Οι λαοί που πλέον αρνούνται να αποδεχθούν τη μη συμμετοχή τους στις αποφάσεις που αφορούν το μέλλον τους και αντιδρούν, όπως πρόσφατα οι βρετανοί που αποφάσισαν την έξοδό τους από την ΕΕ.

Απευθυνόμενη λοιπόν σε εσάς και θέλοντας να είμαι απολύτως ειλικρινής μαζί σας, θέλω να σας πω ότι η δική σας ευθύνη είναι κατά τη γνώμη μου, μεγαλύτερη από όλων των υπολοίπων στην Ευρώπη.

Είναι κοινό μυστικό ότι η ευρωπαϊκή πολιτική πλέον είναι κατά ένα μεγάλο ποσοστό Γερμανική πολιτική. Θα είναι λοιπόν καταλυτική η συμβολή σας στην πορεία της Ευρώπης και στο αν τελικά θα γίνει η Ευρώπη των λαών ή αυτή των τραπεζιτών και των πολυεθνικών.

Σας ευχαριστώ πολύ.




Total
0
Shares
Previous Article

Ερώτηση για τις σχέσεις Τσίπρα – Παππά με τον δικηγόρο των οφσορ εταιριών Αρτεμίου

Next Article

Σημαντική περιοδική έκθεση με θέμα «Το Βυζάντιο και η Ρωσία του χθες»