Τσίγκας Μουζάκι Καρδίτσας

22 Μαϊου: Ημέρα Τοπικού Περιβάλλοντος

.

Γνωρίζοντας το ποτάμι μας: Πάμισος [Μπλιούρης]

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΜΙΣΟΥ

O ποταμός Πάμισος παραπόταμος του Πηνειού πηγάζει κυρίως απο τις πλαγιές των Αγράφων της Πίνδου, του Τυμπάνου, και της Καράβας.

Κατηφορίζοντας δέχεται τα νερά και άλλων μικρότερων ρεμάτων με διάφορα τοπικά ονόματα. Όλες αυτές οι πηγές- χείμαρροι λίγο πριν από το στενό του Μουζακίου ενώνονται με κατεύθυνση το Βορρά και δημιουργούν τον Πάμισο Ποταμό. Στην έξοδό του από την οροσειρά των Αγράφων κατευθύνεται προς βορρά και συναντά το Μουζάκι. Διασχίζοντας πια τον πεδινό χώρο χωρίζει στην αρχή του, το Μουζάκι από το ιστορικό Μαυρομμάτι (οικισμός Γ.Καραισκάκη) και συνεχίζοντας προς βορρά και κάνοντας μια ανοιχτή στροφή στα Δυτικά της Γελάνθης κατευθύνεται Ανατολικά. Περνώντας λίγα μέτρα έξω και βόρεια από τον οικισμό της Γελάνθης κατευθύνεται προς την Μαγουλίτσα, της οποίας διασχίζει ολόκληρη την βορειοδυτική και βορειανατολική πλευρά. Στο ύψος της Λαζαρίνας δέχεται τα νερά του ποταμού Κοττά και πριν συναντήσει την σιδηροδρομική γραμμή δέχεται τη νέα τεχνητή κοίτη του ποταμού Μέγα, που έγινε το 1952. Στη βόρεια πλευρά της Μαγούλας η ροή του ποταμού έπεφτε με ορμή στα ριζά του λόφου αναχαιτίζονταν και άλλαζε πορεία προς Β. Ανατολικά. Στη σιδηροδρομική γραμμή γεφυρώνεται με σιδερένια γέφυρα τύπου Beley, η οποία τοποθετήθηκε το 1950 για να αντικαταστήσει την πρωταρχική γέφυρα του 1883, που ήταν ιταλικού τύπου και είχε φθαρεί στην περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου. Σήμερα έγινε τσιμεντένια και φαρδύτερη από τον ΟΣΕ στη νέα χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής. Βόρεια της Μαγούλας εγκαταλείπει την παλιά κοίτη και οδεύοντας Βορειοανατολικά ακολουθεί τη νέα τεχνητή κοίτη που ανοίχτηκε το 1952 στην πορεία του δέχεται τα νερά του Αυλακίου και της Μπαμπαλίνας και σε μια ευθεία πορεία 4 χιλιομέτρων χύνεται στον ποταμό Πηνειό, δυτικά του Αγναντερού. Ο Πάμισος στη συνέχεια περιέβρεχε τα χωριά Κρανιά, Ριζοβούνι Ριζάβα, Καλογριανά, Παραπράσταινα, Κουρτίκη, και χύνονταν στον Πηνειό. Από τις όχθες πλημμύριζε, έκανε καταστροφές, άφηνε όμως λάσπη – λούνη στις κατακλυσθείσες περιοχές και αυτή έκανε τα κτήματα ευφορώτερα.

Όπως σημειώνει ο Μαυρομματινός Ν. Παλάντζας ο οποίος είχε ασχοληθεί με το θέμα αυτό σε άρθρο του σε τοπική εφημερίδα της Καρδίτσας την Κυριακή 29 Νοεμβρίου 1998, από όπου αντλήσαμε και αρκετές άλλες πληροφορίες, « η παλιά κοίτη του Μπλιούρη δεν υπάρχει σήμερα γιατί αφανίστηκε μετά τον αναδασμό. Μένει μόνο ένα μικρό τμήμα στη Βόρεια πλευρά του χωριού, σαν μνημείο – μαρτυρία του αφανισθέντος ποταμού. Θα ήταν καλό να διαφυλαχθεί η κοίτη όση και όπως έμεινε. Για να θυμίζει κοσμογονικές εποχές αλλοτινές, εποχές κατά τις οποίες νόμοι γεωφυσικοί καθόριζαν τις ροές των υδάτων, σχημάτιζαν τις κοίτες των ποταμών και κανόνιζαν τη ζωή των ανθρώπων και διαμόρφωναν τον φυσικό πολιτισμό. Και τελειώνοντας προτείνει: «να διαφυλαχθεί η κοίτη να συντηρηθούν οι καμάρες , σαν αναλλοίωτες έγγραπτες μαρτυρίες της ανθρωπογεωγραφικής ιστορίας του τόπου μας». Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι η διαδρομή του δεν ήταν πάντα η ίδια.

Πολλές και οι ανθρώπινες παρεμβάσεις που δέχτηκε. Παράδειγμα σε κάποια σημεία μπαζώθηκε σε άλλα διαμορφώθηκε η κοίτη ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας ο χείμαρρος Κερασιώτης έχει εκτραπεί στη λίμνη Ν. Πλαστήρα.

Βέβαια το Ποτάμι κι ο δρόμος του έχουν πάντα τους δικούς τους νόμους.

ΟΝΟΜΑΣΙΑ

Ερευνώντας διάφορες πηγές βλέπουμε πως το όνομα του ποταμού έχει τη θέση στην προϊστορία, και κρύβει μεγάλη δύναμη. Ίσως το όνομα του, που είναι γλωσσικά δυσερμήνευτο, το χρωστά σε αυτή την δύναμη.

Η ονομασία Πάμισος ανήκει στο προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα και είναι ανερμήνευτη και ανετυμολόγητη. Το όνομα είναι Προελληνικό και κατά πάσα πιθανότητα Πελασγικό. Ανάλογη ονομασία ποταμού υπάρχει και στη Μεσσηνία με πάρα πολλές ομοιότητες στην ιστορία, στη λατρεία, στις ιδιότητες και σε κοντινές ονομασίες. Έχει μεταφερθεί και δοθεί εκεί από τη Θεσσαλία. Ή από την κάθοδο των Πελασγών στη Μεσσηνία, γύρω στα 3000 π.Χ, ή από τη σταδιακή επαφή και ανάμειξη των ελληνικών φύλων με τους προέλληνες, οπότε και υιοθετήθηκαν από τους πρώτους, μαζί με άλλα πολιτισμικά αγαθά και διάφορες λέξεις τους, κυρίως ονόματα φυτών, βουνών (Ιθώμη), τοπωνυμίων (Οιχαλία) και ποταμών (Πάμισος).

Υπάρχει πράγματι αξιοσημείωτη ταύτιση ονομασιών, τοπωνυμίων η οποία αποτελεί πρόκληση για απάντηση και έρευνα. Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία ήταν μικρότερος αδερφός του ποταμού Πηνειού και οι δυο μαζί τα υδροφόρα τέκνα του Δία, γι’ αυτό και λατρευόταν ως μικρές θεότητες. Με το όνομα Πάμισος υπάρχουν τέσσερα ακόμα ποτάμια στην Ελλάδα. Ο θεσσαλικός Πάμισος είναι ο μόνος που έχει πέντε ονόματα: Πάμισος, Μπλιούρης, Πλήρης, Μονόκερος και Κουράλιος. (Ν. Παλάντζας τοπική εφημερίδα ΠΡΩΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ Κυριακή 29 Νοεμβρίου 1998)

ΠΑΜΙΣΟΣ: Σε όλες τις γνωστές μέχρι σήμερα ιστορικές πηγές από τα αρχαία χρόνια και στην Ελληνική Μυθολογία καταγράφεται με το όνομα Πάμισος. Αν μεταφράσουμε την αρχαία ονομασία του, τότε μπορούμε να δώσουμε την ίδια ακριβώς ερμηνεία με τις νεότερες, και καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι έχει σχέση με το ύψος των νερών του, δηλαδή, λεγόταν «επάνω από μισός» (πάν-μισός). Σήμερα κυλάει σε κοίτη με άσπρες κροκάλες διαφόρων μεγεθών ενώ τελευταία το καλοκαίρι στερεύει μετά από ένα σημείο.

ΜΠΛΙΟΥΡΗΣ: Από τον 10ο αιώνα αναφέρεται και με το όνομα Μπλιούρης όνομα που μοιάζει να προέρχεται από την βλάχικη προφορική διάλεκτο, αφού η βλάχικη γλώσσα δεν έχει γραπτά σημεία, καθώς στις όχθες και κατά μήκος του ποταμού παραχείμαζαν βλάχοι κτηνοτρόφοι της Βουλγαρίας κατά τους 9ο ,10ο και 11ο αιώνες. Γι’ αυτό και η παραποτάμια περιοχή, Βλαχία ονομάζονταν. Στη λαϊκή μας γλώσσα συναντούμε το όνομα «Μπλιούρης» που σημαίνει «μούσκεμα» αλλά και ανάλογες ονομασίες όπως «μπλιώρι» που είναι το τρίχρονο πρόβατο ή κατσίκι, άρα το δυνατό, το ορμητικό. Στο Θεσσαλικό ιδίωμα η έκφραση «έγινε μπλιούρη» σημαίνει ότι πλημμύρισε, γέμισε νερό.

Η Άννη Π. Αβραμέα στο βιβλίο της «Η βυζαντινή Θεσσαλία μέχρι το 1204» (Αθήνα 1974 σελ. 97) αναφέρει τον ποταμό ως «Πλήρη» δηλαδή γεμάτο. Από την έκφραση αυτή του λαού και μόνον (Μπλιούρης) και χωρίς να έχουμε άλλα στοιχεία μπορούμε να δικαιολογήσουμε τις εξαφανίσεις πολλών οικισμών της Δυτικής Θεσσαλίας από τις πλημμύρες του ποταμού.

ΠΛΗΡΗΣ: Από την ίδια εκείνη εποχή και μετά ο ποταμός Πάμισος φέρεται και με άλλο όνομα «Πλήρης» που σημαίνει το γεμάτος, απέραστος κατά την περίοδο του χειμώνα όταν υπερχείλιζε και κατέκλυζε μεγάλες εκτάσεις. Το όνομα «Πλήρης» και την ιστορία του μας διέσωσε ο ιστορικός Κεκαυμένος, που έζησε τον 11ο αιώνα μ.Χ. στο βιβλίο του: «Στρατηγικόν» σελίδες 69,70,71). Ο ίδιος μας διέσωσε ιστορικές πληροφορίες για την εποχή του, για τη Θεσσαλία και ειδικότερα για την παραποτάμια περιοχή του Πλήρη ποταμού και τους οικισμούς που αναπτύχθηκαν.

Στα νεότερα χρόνια μετά τον 17ο και 18ο αιώνα σε χάρτες αλλοδαπών περιηγητών ο ποταμός Πάμισος καταχωρείται και με δυο άλλα ονόματα: ΜΟΝΟΚΕΡΟΣ και ΚΟΥΡΑΛΙΟΣ.

ΜΟΝΟΚΕΡΟΣ: Η ετυμολογική σημασία και των δυο ονομάτων δεν μας είναι γνωστή. Ίσως το Μονόκερος να σημαίνει Μονοκατεύθυντος, επειδή η κατεύθυνσή του είναι γενικά σταθερή από Δυτικά προς Ανατολικά.

ΚΟΥΡΑΛΙΟΣ: Το ίδιο και με το όνομα “Κουάριος” ή “Κουράλιος”. Σώζεται σε γραπτές μαρτυρίες ξένων περιηγητών, οι οποίοι και γράφουν ότι χύνεται στον Πηνειό.

ΙΣΤΟΡΙΑ – ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Η ΘΕΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΜΙΣΟΥ

Οι ποταμοί είναι από τις φυσικές δυνάμεις που αυθόρμητα και αβίαστα μπορούν να ζωοποιηθούν και να λατρευτούν για την κίνηση τους, που είναι η απλούστερη εκδήλωση της ζωής, πιο αισθητή βέβαια στις πηγές τους (όπως η ακινησία θεωρείται ως γνώρισμα του θανάτου).

Γι’ αυτό και οι πρόγονοί μας είχαν θεοποιήσει τον Πάμισο.

Τον φαντάζονταν σαν Ταύρο, που τα ρουθούνια του ήταν οι πηγές του απ’ όπου ανάβλυζε το νερό του.

Το ιδιο ειχαν κανει με πολλούς ποταμούς όπως ο Αχελώος, ο Πηνειός, ο Αχέροντας κλπ.

Η λατρεία του ποταμού Παμίσου συνεχίστηκε μέχρι και το 300 μ.Χ. περίπου, οπότε και ο θεός Πάμισος έχασε τη δύναμη του, αφού δεν μπορούσε πλέον να ανταγωνισθεί τη Χριστιανική θρησκεία.

ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΟΝ ΠΑΜΙΣΟ

Στο πέρασμά του από τα δυτικά και βόρεια του χωριού ΠΟΙΟΥ ο ποταμός έφερε στο φως πολλούς πέτρινους και κεραμικούς τάφους, καθώς και τεραστίων διαστάσεων αποθηκευτικά κεραμικά πλυθάρια άγνωστου ως σήμερα αρχαίου οικισμού, ο οποίος πρέπει να καταστράφηκε από πλημμύρα. Το γεγονός μαρτυρεί και η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, της οποίας τα θεμέλια βρίσκονται σήμερα στην κοίτη του. Βρέθηκε δε στον ποταμό μαρμάρι¬νη στήλη με την επιγραφή ΛΥΚΟΦΡΩΝ – ΛΥΚΙΣΚΟΥ με βάση για άγαλμα, αλλά το άγαλμα του Λυκόφρονα έλειπε.

Το 1965 στον χώρο όπου είναι σήμερα η «Γέφυρα του Αγίου Γεωργίου», βρέθηκε πέτρινο διακοσμητικό σε σχήμα αυγού γαλοπούλας, πάχους περίπου 4 εκατοστών. Η μία του όψη έδειχνε έναν κάβουρα και η άλλη ένα μαγευτικό θαλάσσιο τοπίο με κύματα και τον ουρανό γεμάτο αστέρια. Οι δύο αυτές παραστάσεις ήταν ζωγραφισμένες και επικαλυμμένες με γυαλί Το εύρημα χάθηκε. Επίσης μέσα στην κοίτη του Πάμισου ποταμού, προς το Δημοτικό Διαμέρισμα Γελάνθης, αποκαλύφθηκαν δύο βάθρα γεφυρών, από τα οποία το ένα είναι υστερορωμαϊκής περιόδου, κατασκευασμένο από ασβεστολιθικές πέτρες, ορισμένες σε δεύτερη χρήση – ίσως από θέατρο – και πήλινες πλίνθους.

Στο χώρο της κοίτης του ποταμού και στην περιοχή νότια προς τις κτηματικές περιφέρειες Mαυρομματίου και Γελάνθης αναπτυσσόταν το νότιο νεκροταφείο των αρχαίων Γόμφων, ενώ προς την πλευρά του χωριού Παλαιομονάστηρο υπήρχε το βόρειο νεκροταφείο της πόλης. Και στις δύο θέσεις έχουν ερευνηθεί αρκετοί τάφοι της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής, καθώς και ορισμένοι κεραμικοί κλίβανοι. Οι τάφοι ήταν είτε απλοί λάκκοι είτε κιβωτιόσχημοι από λαξευμένους λίθους ή πέτρες πλακαρές είτε πήλινες σαρκοφάγοι. Eπικρατούσε το έθιμο του ενταφιασμού, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξε και ανακομιδή των οστών, τα οποία είχαν τοποθετηθεί μέσα σε λίθινη οστεοκάλπη μαζί με πήλινα ειδώλια. Στα κινητά ευρήματα των τάφων περιλαμβάνονται αγγεία, στήλες, βάσεις στηλών, νομίσματα, τμήματα γυάλινων αγγείων κλπ.

ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ. ΧΛΩΡΙΔΑ και ΠΑΝΙΔΑ

Τα νερά του ποταμού ήταν καθαρά καθώς κατέβαιναν από τις κρυστάλλινες πηγές των Αγράφων και έπιναν από αυτά άνθρωποι και ζώα. Είναι ποτάμι ορμητικό σε αντίθεση με το Μέγα και παρασύρει μεγάλες πέτρες οι οποίες κατά τη ροή γίνονται ολοστρόγγυλες- κροκάλες. Όταν πλημμύριζε κατέβαζε ολόκληρα θεόρατα δέντρα. Η παλαιά φυσική και ελικοειδής κοίτη του Πάμισου είχε μια ανεπανάληπτη γραφικότητα. Στις όχθες του φύονταν πανύψηλα πλατάνια, ιτιές, φτελιάδες, καναπίτσες και άλλα που χάριζαν τη δροσερή τους σκιά σε ανθρώπους και ζώα και ήταν πραγματική όαση στο γυμνό και κατάξερο κάμπο. Στα πλούσια και καθαρά νερά του ζούσαν εξαιρετικής ποιότητας ψάρια του γλυκού νερού όπως πέστροφες, βίνοι, μπριάνια, καραβίδες κ.α. Οι ντόπιοι ψάρευαν και το ψάρεμα στο Μπλιούρη φαίνεται πως προσέλκυε πολλούς και από τα παλιότερα χρόνια. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας λέγεται οτι ο τούρκος ιδιοκτήτης της Μαγούλας Μπαράκ Μπέης (1450 -1460) είχε μόνιμα ένα δίχτυ στημένο σε κάποιο σημείο του ποταμού. Στα σημεία που ευνοούσαν έκαναν μπάνιο οι ντόπιοι και δροσίζονταν ενώ στις όχθες του οι γυναίκες έπλεναν τα σκουτιά τους και τα στρωσίδια τους και τα κοπανούσαν και έπιναν και ξεδιψούσαν τα ζωντανά της φύσης. Το ποτάμι πολύ παλιά αναφέρεται ότι ήταν βαθύ και πλωτό. Αυτό φαίνεται από το σιγίλιο του Αντωνίου Δ’ (1393), στο οποίο αναφέρονται οι Κομνηνοί Γόμφοι (Ραψίστα ): «χω¬ρίον ή Λαψίστα μετά του εν αυτώ πόρου (πορθμείου) βλ.«Θεσσαλικό Ημερολόγιο» τ. ΙΒ’ (1987) 68.

ΓΕΦΥΡΕΣ

Σε καιρό καλοκαιριού το πέρασμα του ποταμού γίνονταν από ανάφορους πόρους ή ράμπες. Σε καιρό χειμώνα όμως το πέρασμα γίνονταν με γέφυρες ξύλινες. Δύο γέφυρες πέτρινες αναφέρονται: αυτή της Μαγούλας και αυτή της Πορτής. Μετά εκεί που υπήρχαν γέφυρες ξύλινες δημιουργήθηκαν διάφορες σύγχρονες γέφυρες όπως τύπου BELEY. Στη βόρεια πλευρά της Μαγούλας η ροή του ποταμού έπεφτε με ορμή στα ριζά του λόφου αναχαιτίζονταν και άλλαζε πορεία προς Β. Ανατολικά και περνούσε κάτω από την πέτρινη τοξωτή γέφυρα που ήταν έργο του 13ου – 14ου αιώνα. Το πετογέφυρο είχε δυο τόξα βασικά και ένα βοηθητικό. Είναι κτισμένη από ντόπια πέτρα ψαμμόλιθο που υπήρχε στην περιοχή. Η αρχιτεκτονική της κατασκευή είναι αριστουργηματική και η δυναμική της ασάλευτη. Σήμερα έχει αρκετές φθορές και χρειάζεται απαραίτητα συντήρηση. Το πέτρινο τοξωτό γεφύρι η «Παλαιοκαμάρα» που βρίσκεται στον οικισμό Τόσκες της Πορτής, 3 χιλ.από το Μουζάκι προς Αργιθέα , χρονολογείται το 16ο αιώνα και σύμφωνα με την παράδοση είναι έργο του Αγ. Βησσαρίωνος μητροπολίτη Λάρισας και πιθανότατα χτίστηκε το 1540 μ.χ. Χρειάζεται κι αυτό φροντίδα και ανάδειξη όσο ακόμα είναι καιρός και αντέχει. Σίγουρα παλιότερα υπήρχαν κι άλλες γέφυρες που έχουν σήμερα χαθεί. Αυτό φανερώνει και αποκάλυψη στην κοίτη του Πάμισου ποταμού βάθρου γέφυρας ύστερων ρωμαϊκών χρόνων. Διαπιστώθηκε η χρήση αρχιτεκτονικών μελών από γκρίζο ασβεστόλιθο, που είχαν μεταφερθεί από άλλη θέση. Η εξέταση των ορατών πλευρών των μελών, καθώς και όσων δεν είναι εντοιχισμένα μέσα στο βάθρο, δείχνει ότι αυτά είχαν υποστεί επεξεργασία και διαμορφώθηκαν για άλλο σκοπό και χρησιμοποιήθηκαν μετέπειτα στην κατασκευή της γέφυρας. Το σχήμα που έχουν τα εν λόγω αρχιτεκτονικά μέλη ενισχύουν την άποψη πως πιθανόν αυτά να προέρχονται από μια θεατρική κατασκευή των αρχαίων Γόμφων. Τέλος να σημειώσουμε ότι στην αγροτική περιφέρεια του Μαυρομματίου σε μεγάλους αύλακες που ρίχνουν τα νερά τους στον Πάμισο ποταμό σήμερα υπάρχουν εννέα πέτρινα τοξωτά γεφύρια από την Βυζαντινή και μεταβυζαντινή ακόμη περίοδο τα οποία καλό είναι οι αρμόδιες υπηρεσίες να δείξουν έμπρακτο ενδιαφέρον για την συντήρηση ,διαφύλαξη και την ανάδειξή τους σαν μνημεία της νεότερης ιστορίας μας .

Κώστας Γραμμένος, εκπαιδευτικός Κ.Π.Ε. ΜΟΥΖΑΚΙΟΥ

Δημήτρης Γιώτης, Κάτοικος Μαυρομματίου ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

 Pamisos Mpliouris potamosi 2

Pamisos Mpliouris potamosi 3

Pamisos Mpliouris potamosi 4

 

Pamisos Mpliouris potamosi 6

Pamisos Mpliouris potamosi 7




Total
0
Shares
Previous Article

Εγγραφές στο ΕΠΑΛ Μουζακίου... Φέτος ξεκινάμε νωρίτερα...

Next Article

Ξαφνικός θάνατος» για χιλιάδες αγρότες και τις καλλιέργειες τους